Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δρώμα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δρώμα ουδέτερο (κυπριακά)

  Πηγές επεξεργασία

  • (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)