Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δικόγραφον μαρτυρείται από το 1833 στον πληθυντικό [1]: → δείτε τη λέξη δικόγραφο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δικόγραφον ουδέτερο

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «δικόγραφα» (στους Ελληνικούς Κώδικες [1833]) - σελ. 293, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου