δικαιοστάσιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ði.ce.oˈsta.si.o/
Ουσιαστικό επεξεργασία
δικαιοστάσιο ουδέτερο
- (νομικός όρος) η προσωρινή αναστολή εκδίκασης υποθέσεων (κυρίως αστικού και εμπορικού δικαίου) και η αναστολή παραγραφών, προθεσμιών κ.λπ. που νομοθετούνται σε έκτακτες περιπτώσεις