διημερίδα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
διημερίδα θηλυκό
- εκδήλωση που περιλαμβάνει εισηγήσεις και συζήτηση με το κοινό και διαρκεί δύο ημέρες
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
διημερίδα
|