Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

διασκεδάσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος διασκεδάζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διασκεδάζω
  3. θα διασκεδάσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διασκεδάζω