Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

διακανονίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διακανονίζω
  2. θα διακανονίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διακανονίζω