διαγωγή κοσμία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ði̯aɣoˈʝi koˈzmi.a/ & /ðʝaɣoˈʝi koˈzmi.a/
Έκφραση επεξεργασία
διαγωγή κοσμία
- (λόγιο, παρωχημένο, εκπαίδευση) χαρακτηρισμός της διαγωγής ενός μαθητή που είχε ελεγχθεί πειθαρχικά κατ' επανάληψη, ενώ ο μαθητής που είχε καλή διαγωγή έπαιρνε το χαρακτηρισμό «διαγωγή κοσμιωτάτη»
- ※ με βάση το Προεδρικό Διάταγμα 104 του 1979- η διαγωγή ενός μαθητή, όταν παρεκκλίνει «από την προσήκουσα», μπορεί να χαρακτηρισθεί (αντί της «κοσμιωτάτης») «κοσμία» και (ακόμη χειρότερα) «επίμεμπτη».
- Διαγωγή κοσμία για την ελληνική Παιδεία, εφημερίδα Έθνος, 23/04/2020.
- ※ με βάση το Προεδρικό Διάταγμα 104 του 1979- η διαγωγή ενός μαθητή, όταν παρεκκλίνει «από την προσήκουσα», μπορεί να χαρακτηρισθεί (αντί της «κοσμιωτάτης») «κοσμία» και (ακόμη χειρότερα) «επίμεμπτη».
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
διαγωγή κοσμία
|