Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δημοπράτησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
δημοπράτησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
δημοπρατώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
δημοπρατώ