Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δευτερώνω < μεσαιωνική ελληνική δευτερώνω < (ελληνιστική κοινήδευτερόω / δευτερῶ < αρχαία ελληνική δεύτερος < δύο

  Ρήμα επεξεργασία

δευτερώνω

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία