- δείχνω τα δόντια < → δείτε τις λέξεις δείχνω, τα και δόντια, πληθυντικός του δόντι
- ΔΦΑ : /ˈðixno ta‿ˈðondʝa/
δείχνω τα δόντια
- απειλώ, φοβερίζω (ακολουθεί συνήθως ο αδύνατος τύπος της προσωπικής αντωνυμίας εγώ)
- ↪ δείχνω τα δόντια μου, δείχνει τα δόντια του
- ※ Ο νέος κορονοϊός της Μέσης Ανατολής δείχνει απειλητικά τα «δόντια» του στην ανθρωπότητα
- * Πρατικάκης, Βαγγέλης. Βήμα Science 2013.06.20. πρόσβαση:2019.04.28.