Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

γυψώσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γυψώνω
  2. θα γυψώσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γυψώνω