Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γυρεοθήκη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
γυρεοθήκ
η
οι
γυρεοθήκ
ες
γενική
της
γυρεοθήκ
ης
των
γυρεοθηκ
ών
αιτιατική
τη
γυρεοθήκ
η
τις
γυρεοθήκ
ες
κλητική
γυρεοθήκ
η
γυρεοθήκ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γυρεοθήκη
<
γῦρις
+
-ο-
+
θήκη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γυρεοθήκη
θηλυκό
(
βοτανική
) η
θήκη
της
γύρης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γυρεοθήκη