Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

γυρίσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος γυρίζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γυρίζω
  3. θα γυρίσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γυρίζω