Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γραμμοσύρτης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
γραμμοσύρτ
ης
οι
γραμμοσύρτ
ες
γενική
του
γραμμοσύρτ
η
των
γραμμοσυρτ
ών
αιτιατική
τον
γραμμοσύρτ
η
τους
γραμμοσύρτ
ες
κλητική
γραμμοσύρτ
η
γραμμοσύρτ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
γραμμοσύρτης
<
γραμμή
+
-ο-
+
σύρω
+
-της
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γραμμοσύρτης
αρσενικό
εργαλείο
με το οποίο σχεδιάζουμε
γραμμές
Συνώνυμα
επεξεργασία
γραμμογράφος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γραμμοσύρτης
→
δείτε
τη λέξη
γραμμογράφος