Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γκόλφι < εγκόλπιο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γκόλφι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία