γης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- γης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γης θηλυκό
- (λαϊκότροπο) η γη
Εκφράσεις επεξεργασία
- όπου γης και πατρίς: κάθε τόπος μπορεί να γίνει η μόνιμη διαμονή σου και να νιώθεις εκεί τόσο καλά όσο και στην πατρίδα σου
- γης Μαδιάμ: λέγεται για μεγάλη καταστροφή
Μεταφράσεις επεξεργασία
γης
→ δείτε τη λέξη γη |
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
γης θηλυκό