γαλουχηθούν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
γαλουχηθούν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος γαλουχούμαι
- θα γαλουχηθούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος γαλουχούμαι