Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαλακτωματοποιώ < γαλάκτωμα + ποιώ

  Ρήμα επεξεργασία

γαλακτωματοποιώ

  Μεταφράσεις επεξεργασία