βραχυκυκλώσουν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
βραχυκυκλώσουν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος βραχυκυκλώνω
- θα βραχυκυκλώσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος βραχυκυκλώνω