Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βουσφαγέω < βοῦς, βου- (βοο- δείτε και βοοσφαγία) + σφᾰγ- (σφάζω) + -έω

  Ρήμα επεξεργασία

βουσφαγέω

Κλίση επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Πηγές επεξεργασία