Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βουρκάρι τα βουρκάρια
      γενική του βουρκαριού των βουρκαριών
    αιτιατική το βουρκάρι τα βουρκάρια
     κλητική βουρκάρι βουρκάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βουρκάρι < βούρκ(ος) + -άρι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βουρκάρι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία