Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βλαντζί < (άμεσο δάνειο) γαλλική flanc (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
 
βλαντζί

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vlanˈd͡zi/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βλαντζί ουδέτερο (και βλαντζίν)

Άλλες μορφές επεξεργασία