βιτζιρέλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βιτζιρέλο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιτζιρέλο ουδέτερο
- (ναυτικός όρος) περιστρεφόμενο εργαλείο που χρησιμοποιείται με το χέρι ή ηλεκτρικά για να ασκήσει τάση σε σκοινί
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιτζιρέλο
|