Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βισκόζ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
βισκόζ
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βισκόζ
θηλυκό
ή
ουδέτερο
άκλιτο
κολλώδης
ουσία που χρησιμοποιείται στην παραγωγή του
σελοφάν
και άλλων ουσιών με βάση την
κυτταρίνη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βισκόζ
γαλλικά
:
viscose
(fr)