βασιλιάς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βασιλιάς < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική βασιλιάς < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική βασιλεύς
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /va.siˈʎas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βα‐σι‐λιάς
Ουσιαστικό επεξεργασία
βασιλιάς αρσενικό (θηλυκό βασίλισσα)
- (ιστορία) ο κληρονομικός πολιτικός ή/και στρατιωτικός ηγέτης μιας φυλής ή ενός κράτους που κυβερνά μόνος του με απόλυτη εξουσία ή περιστοιχιζόμενος από ένα συμβούλιο ή κοινοβούλιο
- (μεταφορικά) που ξεχωρίζει σε έναν τομέα, επειδή έχει αποκτήσει μεγάλη φήμη ή μεγάλη ισχύ ή πλούτο
- ↪ Ο βασιλιάς των ζώων είναι τo λιοντάρι κι ο βασιλιάς των πουλιών είναι ο αετός.
- (σκάκι) ένα από τα κομμάτια στο σκάκι
Εκφράσεις επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- βασιλο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα βασιλο- στο Βικιλεξικό
- όπως βασιλόπουλο, βασιλόφρων
- βασιλο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα βασιλο- από το αϊ-Βασίλης στο Βικιλεξικό
- όπως βασιλόπιτα
Μεταφράσεις επεξεργασία
βασιλιάς
Αναφορές επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- βασιλιάς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- βασιλιάς - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βασιλιάς < τύπος βασιλέας με συνίζηση σε -ιάς για αποφυγή της χασμωδίας[1] < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική βασιλεύς
Ουσιαστικό επεξεργασία
βασιλιάς αρσενικό
- ο βασιλιάς → δείτε τη λέξη βασιλέας
- ο αυτοκράτορας της Ρωμανίας (του Βυζαντίου)
- (μεταφορικά) ο Θεός
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε στο βασιλέας
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ βασιλιάς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές επεξεργασία
- βασιλιάς - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].