Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

βασιλέψουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος βασιλεύω
  2. θα βασιλέψουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος βασιλεύω