βαρυστομάχιασμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βαρυστομάχιασμα < βαρυστομαχιάζω + -μα
Ουσιαστικό επεξεργασία
βαρυστομάχιασμα ουδέτερο
- το αποτέλεσμα του βαρυστομαχιάζω
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βαρυστομάχιασμα
|