Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφυδρογονώνω < από + υδρογονώνω

  Ρήμα επεξεργασία

αφυδρογονώνω

  1. επιχειρώ αφυδρογόνωση
  2. (χημεία) αφαιρώ άτομα υδρογόνου από μιά χημική ένωση

  Μεταφράσεις επεξεργασία