Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αφρομηλιά οι αφρομηλιές
      γενική της αφρομηλιάς των αφρομηλιών
    αιτιατική την αφρομηλιά τις αφρομηλιές
     κλητική αφρομηλιά αφρομηλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφρομηλιά < αφρόμηλ(ο) + -ιά. [1] Μορφολογικά αναλύεται σε (αφρός) αφρο- + μηλιά.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.fɾo.miˈʎa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐φρο‐μη‐λιά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αφρομηλιά θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. αφρομηλιάΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας