Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αφοδεύσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αφοδεύω
  2. θα αφοδεύσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αφοδεύω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

αφοδεύσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αφόδευση