Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυτόθι < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική αὐτόθι

  Προφορά επεξεργασία

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: αυ‐τό‐θι

  Επίρρημα επεξεργασία

αυτόθι

  • (σε βιβλία) σε αυτό το μέρος, παραπέμπει τον αναγνώστη σε κάποια σελίδα
    αυτόθι σελίδα 155

  Μεταφράσεις επεξεργασία