Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυγότσουφλο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
αυγότσουφλ
ο
τα
αυγότσουφλ
α
γενική
του
αυγότσουφλ
ου
των
αυγότσουφλ
ων
αιτιατική
το
αυγότσουφλ
ο
τα
αυγότσουφλ
α
κλητική
αυγότσουφλ
ο
αυγότσουφλ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αυγότσουφλο
ουδέτερο
→
δείτε
τη λέξη
αβγότσουφλο