ασφοδήλι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ασφοδήλι | τα | ασφοδήλια |
γενική | του | ασφοδηλιού | των | ασφοδηλιών |
αιτιατική | το | ασφοδήλι | τα | ασφοδήλια |
κλητική | ασφοδήλι | ασφοδήλια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- ασφοδήλι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ασφοδήλι ουδέτερο
- το φυτό ασφόδελος
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη ασφόδελος
Μεταφράσεις επεξεργασία
ασφοδήλι
→ δείτε τη λέξη ασφόδελος |