Δείτε επίσης: ἀσθενεῖς

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

ασθενείς αρσενικό ή θηλυκό

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

ασθενείς αρσενικό ή θηλυκό