Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απορριματοδοχείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
απορριματοδοχεί
ο
τα
απορριματοδοχεί
α
γενική
του
απορριματοδοχεί
ου
των
απορριματοδοχεί
ων
αιτιατική
το
απορριματοδοχεί
ο
τα
απορριματοδοχεί
α
κλητική
απορριματοδοχεί
ο
απορριματοδοχεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
απορριματοδοχείο
<
απόρριμμα
+
δοχείο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
απορριματοδοχείο
ουδέτερο
το
δοχείο
, ο
κάδος
που πετάν
απορρίμματα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απορριματοδοχείο