αποδέχτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αποδέχτης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αποδέχτης αρσενικό
- ο αποδέκτης, ο παραλήπτης
- αποδέχτης του δικαιώματος αναφοράς κατά το άρθρο 10 Σ. είναι το κράτος και κάθε ΝΠΔΔ
Μεταφράσεις επεξεργασία
αποδέχτης
|