απλανόσπορο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
απλανόσπορο ουδέτερο
- (βιολογία): σπόριο μη σεξουαλικό και μη κινητικό που απαντάται σε μερικές άλγες και μερικούς μύκητες
Μεταφράσεις επεξεργασία
απλανόσπορο
|