απάχικα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
απάχικα
Μεταφράσεις επεξεργασία
απάχικα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
απάχικα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του απάχικος