αξιοδάκρυτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αξιοδάκρυτα < αξιοδάκρυτος + -α
Επίρρημα επεξεργασία
αξιοδάκρυτα
- με αξιοδάκρυτο τρόπο
Μεταφράσεις επεξεργασία
αξιοδάκρυτα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αξιοδάκρυτα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αξιοδάκρυτος