αντισοβιετικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντισοβιετικά < αντισοβιετικ(ός) + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
αντισοβιετικά
- με αντισοβιετικό τρόπο ή αντιλήψεις
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντισοβιετικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αντισοβιετικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αντισοβιετικός