αντιπροσωπευτικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
αντιπροσωπευτικά < αντιπροσωπευτικός
Επίρρημα επεξεργασία
αντιπροσωπευτικά
- σαν αντιπρόσωπος
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιπροσωπευτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αντιπροσωπευτικά