αναρωτηθείς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αναρωτηθείς
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναρωτιέμαι
- θα αναρωτηθείς: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναρωτιέμαι
αναρωτηθείς