Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αναμαρμαρώνω < ανα- + μάρμαρο + -ώνω

  Ρήμα επεξεργασία

αναμαρμαρώνω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία