Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αλλαξοφαγία οι αλλαξοφαγίες
      γενική της αλλαξοφαγίας των αλλαξοφαγιών
    αιτιατική την αλλαξοφαγία τις αλλαξοφαγίες
     κλητική αλλαξοφαγία αλλαξοφαγίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αλλαξοφαγία < αλλάζω + -ο- + -φαγία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αλλαξοφαγία θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία