Δείτε επίσης: Ακρωτήρι, ἀκρωτήρι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ακρωτήρι τα ακρωτήρια
      γενική του ακρωτηριού των ακρωτηριών
    αιτιατική το ακρωτήρι τα ακρωτήρια
     κλητική ακρωτήρι ακρωτήρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακρωτήρι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀκρωτήρι(ν) < αρχαία ελληνική ἀκρωτήριον.[1] Συγκρίνετε με το ακρωτήριο

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.kɾoˈti.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐κρω‐τή‐ρι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακρωτήρι ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία