Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακετυλχολίνη οι ακετυλχολίνες
      γενική της ακετυλχολίνης των ακετυλχολινών
    αιτιατική την ακετυλχολίνη τις ακετυλχολίνες
     κλητική ακετυλχολίνη ακετυλχολίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακετυλχολίνη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακετυλχολίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία