αερέγχυμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αερέγχυμα ουδέτερο
- (βιολογία): ιστός κυρίως των υδρόβιων φυτών που απαντάται σ΄ όλα τα όργανά τους (ρίζες, βλαστός, φύλλα) και που μοιάζει με φελλό με μεγάλες κοιλότητες γεμάτες αέρα μεταξύ των κυττάρων (μεσοκυττάριοι χώροι).
Μεταφράσεις επεξεργασία
αερέγχυμα
|