Δείτε επίσης: ἀδικεῖ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ðiˈci/

  Επίρρημα επεξεργασία

αδικεί

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αδικεί

  • γ' ενικό πρόσωπο οριστικής ενεστώτα του ρήματος αδικώ

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Λεξικό του χωριού Πεντάλοφος pentalofo.gr (δήμος Μεσολογγίου) πρόσβαση:2019.07.16.