Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αγωνιστώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αγωνίζομαι
  2. θα αγωνιστώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αγωνίζομαι