Ψωνίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ψωνίτης | οι | Ψωνίτηδες |
γενική | του | Ψωνίτη* | των | Ψωνίτηδων |
αιτιατική | τον | Ψωνίτη | τους | Ψωνίτηδες |
κλητική | Ψωνίτη | Ψωνίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ψωνίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ψωνίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΨωνίτης αρσενικό (θηλυκό Ψωνίτη ή Ψωνίτου)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ψώνια